Γνωστός και ως ο μεγαλύτερος καρδιοκατακτητής του θεάτρου, του κινηματογράφου αλλά και της τηλεόρασης, ο Αλέκος Αλεξανδράκης έζησε στο έπακρο, χωρίς καμία αμφιβολία, τον έρωτα, τα αθώα φλερτ, την αγάπη σε τέσσερις γάμους και μια σχέση ζωής που κράτησε περισσότερες από δύο δεκαετίες.
"Δεν υπήρχε γυναίκα που να τον αρνήθηκε ποτέ τίποτα", λένε όσοι τον γνώρισαν.
Ο γοητευτικός "αντιστάρ" και ζεν πρεμιέ με την σπουδαία καριέρα στον χώρο της υποκριτικής, λατρεύτηκε όσο κανένας άλλος ως εραστής ηθοποιός, αφού κατάφερνε με την σαγηνευτική ιδιοσυγκρασία του και το ακαταμάχητο βλέμμα να προσελκύει το ενδιαφέρον στρατιών θαυμαστριών στο πέρασμα του.
Ο αυθεντικός γόης της εποχής, ανεβαίνοντας για πρώτη φορά στο θεατρικό σανίδι σε ηλικία μόλις 20 χρονών, δεν διστάζει να κερδίσει την συμπάθεια και όχι μόνο της εξίσου όμορφης και ήδη πετυχημένης, Έλλης Λαμπέτη. Η τελευταία υπήρξε και η πρώτη σοβαρή σχέση του ηθοποιού, η οποία, ωστόσο, δεν ευδοκίμησε, με το ζευγάρι να χωρίζει μόλις λίγους μήνες αργότερα. Έναν χρόνο αργότερα, ο νεαρός Αλέκος ανεβαίνει για πρώτη φορά τα σκαλιά της εκκλησίας με την πρώτη του σύζυγο με καταγωγή από το Σουδάν, Μαρτζ Βάλβη. Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες να παραμείνει συγκεντρωμένος στον γάμο τους, τρία χρόνια αργότερα πέφτουν οριστικά τίτλοι τέλους. Στα 25 ντύνεται και πάλι γαμπρός στο πλευρό της Γαλλίδας Κλοντ Σαμπαντού, με την οποία παντρεύτηκε στο δημαρχείο του Παρισιού και τελικά χώρισε έπειτα από λίγα χρόνια.
Το 1956 καταγράφεται στις εφημερίδες ο γάμος του με την Ελληνίδα ηθοποιό και θιασάρχη, Αλίκη Γεωργούλη. Το πάθος για την τέχνη αλλά και την διεκδίκηση ενός δικαιότερου μέλλοντος τους φέρνει κοντά, ανεβάζοντας από κοινού παραστάσεις, ταξιδεύοντας σε πολλά μέρη του κόσμου και συμμετέχοντας σε διαμαρτυρίες και συλλαλητήρια για την ειρήνη.
Ούτε, όμως, αυτός ο γάμος στάθηκε ιδιαίτερα τυχερός, αφού το ζευγάρι αποφασίζει να ακολουθήσει διαφορετικούς δρόμους μόλις τέσσερα χρόνια αργότερα. Και ενώ όλα έδειχνα πως ο έγγαμος βίος ίσως τελικά να μην του ταιριάζει και πολύ, ο Αλέκος Αλεξανδράκης παντρεύεται για τέταρτη φορά με την Ελβετίδα γόνο αριστοκρατικής οικογενείας, Βερένα Γκάουερ.
Στα πέντε χρόνια που κράτησε ο γάμος τους απέκτησαν δύο παιδιά.
Το 1969 γνώρισε τη Νόνικα Γαληνέα και την ερωτεύτηκε βαθιά. Παρότι αυτή η σχέση κράτησε 21 ολόκληρα χρόνια, δεν παντρεύτηκαν ποτέ.
Εκτός από την ιδιότητα του θιασάρχη, που ξεκίνησε το 1956 και κράτησε τουλάχιστον 35 χρόνια, ο Αλέκος Αλεξανδράκης σκηνοθέτησε θεατρικά έργα, αλλά και ταινίες, όπως ο "Θρίαμβος" (1960) με τον Καρύδη-Φουκς και η "Συνοικία το όνειρο" (1961), που βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, αλλά η προβολή της απαγορεύτηκε από τη λογοκρισία της εποχής.
Συνεργάστηκε με λαμπερές πρωταγωνίστριες, όπως τη Μελίνα Μερκούρη, την Αλίκη Βουγιουκλάκη, τη Τζένη Καρέζη, τη Μάρω Κοντού και τη Ζωή Λάσκαρη.
Συνολικά, πρωταγωνίστησε σε περισσότερες από 75 κινηματογραφικές ταινίες, από τις οποίες ξεχωρίζουν: "Ο βαφτιστικός", "Στέλλα", "Το νησί των γενναίων", "Ραντεβού στην Κέρκυρα", "Δεσποινίς Διευθυντής", "Δάκρυα για την Ηλέκτρα", "Όμορφες μέρες", "Η κόμισσα της Κέρκυρας", "Η Μαρία της σιωπής", "Ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο", "Τα παιδιά της Χελιδόνας" και πολλές ακόμα.
Στο θέατρο ερμήνευσε τους σημαντικότερους ρόλους. Μεταξύ των παραστάσεων στις οποίες πρωταγωνίστησε και άφησαν εποχή, είναι: "Παράξενο Ιντερμέτζο", "Ταξίδι της μέρας μέσα στην νύχτα", "Ήταν όλοι τους παιδιά μου", "Μαντάμ Μπάτερφλαΐ", "Η γυναίκα με τα μαύρα", "Τέσσερα δωμάτια με κήπο", "Έγκλημα και τιμωρία", "Τα μεγάλα χρόνια", "Ο γλάρος".
Στην τηλεόραση έπαιξε στον "Παράξενο Ταξιδιώτη", τον "Γιούγκερμαν" και τους "Μυστικούς Αρραβώνες".
Το 1994 ανέβασε με τη Μιμή Ντενίση, τον "Θείο Βάνια" και δύο χρόνια αργότερα επέστρεψε στο Εθνικό, απ’ όπου είχε ξεκινήσει. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του δίδασκε υποκριτική στο Εργαστήρι του Διαμαντόπουλου, ενώ το 2001 ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος, του απένειμε τον Χρυσό Σταυρό του Τάγματος της Τιμής για την προσφορά του στην τέχνη.
Πέθανε στις 8 Νοεμβρίου του 2005, έπειτα από μακροχρόνια μάχη με τον καρκίνο.