Το κουλ δεν είναι κάτι που δίνεται με συνταγή γιατρού, τρία πράσινα χαπάκια ημερησίως μετά το γεύμα, ούτε, φυσικά, μπορεί κάποιος να το αποκτήσει κάνοντας επτά φορές την εβδομάδα γιόγκα. Η συγκεντρωμένη εισπνοή-εκπνοή θα βοηθούσε, ομολογουμένως, στην αποκατάσταση της τεζαρισμένης τάξης του νευρικού συστήματος , αλλά δεν αρκεί. Επίσης, δε ζούμε στη Γκόα, δεν έχουμε επιλέξει τον χιπισμό ως στάση ζωής και δεν είμαστε μέλη κάποιας θρησκευτικής αίρεσης με σεξουαλικό προσανατολισμό και απώτερο στόχο τη νιρβάνα. Αντίθετα, οι ρυθμοί της καθημερινότητας ενίοτε ξεπερνούν τις όποιες μετρήσεις είχε κάνει ο Γαλιλαίος, το 1638, στην προσπάθειά του να καταγράψει την ταχύτητα του φωτός.
Το κουλ (coolness, το ουσιαστικό στα αγγλικά) είναι το γυαλιστερότερο των παρασήμων στο πέτο της κοινωνικής επιμειξίας. Και η κουλ Κούλα είναι ένα καλοδουλεμένο μοντέλο γυναίκας, η οποία υπερπηδά με αξιοσύνη τις τρικλοποδιές που της βάζει καθημερινά το απαιτητικό πρόγραμμα της, μανατζάρει με ικανότητα ταχυδακτυλουργού τις απαιτήσεις που έχουν οι άλλοι (οικογένεια, εργασία, συγγενείς, φίλοι) από αυτήν, καταφέρνει να ισορροπήσει φορώντας το μυτερό γοβάκι της «σκύλας» στο δεξί και την παντοφλέ μπαλαρίνα της «πεφωτισμένης» στο αριστερό. Και το κυριότερο, όλα αυτά τα διαχειρίζεται χωρίς ποτέ να μεταφέρει στους γύρω της την τρικυμία που ανταριάζει το είναι της, χωρίς ουδείς να αντιλαμβάνεται ότι τα έχει πάρει κρανίο. Καταφεύγοντας στο παραπάνω παράδειγμα της γιόγκα θα λέγαμε ότι η κουλ Κούλα είναι η εξελιγμένη γιόγκι-γκούρου της αστικής ζωής.
Το κουλ δεν είναι ταυτόσημο της ενηλικίωσης, ούτε καν της ωριμότητα. Δεν κατακτάται με τα χρόνια αλλά με τη χρόνια, ενσυνείδητη προσπάθεια αντιστάθμισης της γυναικείας υστερίας. Δύσκολο, μιας και η υστέρα, η μήτρα στα αρχαία ελληνικά, καθορίζει την ύπαρξη των θηλυκών θηλαστικών –από τετράποδα μέχρι fashion icon. Η κουλ Κούλα δεν διεκδίκησε ποτέ το στέμμα της Μις Παράνοια 2016, ούτε επέλεξε την επιθετική άμυνα και την παθητική επίθεση στη μεταβίβαση μηνυμάτων. Προτίμησε το «δεν πειράζει», τον ελλόγιμο διάλογο, το «δίνω τόπο στην οργή», την παθητική συμφωνία από τη δημιουργική διαφωνία. Κι όλα αυτά γιατί ξέρει ότι η έκρηξη εμπεριέχει το στιγμιαίο. Και δεν αξίζει να σπάσει το ζεν της κινέζικης πορσελάνης της ψυχής της για κάτι φευγαλέο. Κουλ Κούλα γίνεσαι, δε γεννιέσαι. Και συνήθως γίνεσαι μετά από:
-
Την απώλεια κάποιου γονιού. Από τις πιο απάλευτες καταστάσεις. Η σφαλιάρα της θνητότητας, το πέρασμα στη αθανασία του νου, η απουσία των γλυκών ριζών μας ενίοτε, μπορεί να μας δώσει φτερά στις πλάτες.
-
Τη μητρότητα. Ευτυχία και κούραση, τρόμος και γαλήνη. Η ψυχική ζυγοστάθμιση, η επαφή με το Θείο.
-
Την επαγγελματική καταξίωση/επαγγελματική απογοήτευση. Και οι δύο πίστες χαρίζουν πόντους στη Monopoly της ζωής. Αρκεί να αξιοποιηθούν σωστά και να μην επενδύσουμε μόνο στην αγορά οικοπέδων (παράδειγμα βγαλμένο από τη Monopoly).
-
Την ερωτική ικανοποίηση/ερωτική κατραπακιά. Το ένα τρέφει, το άλλο ροκανίζει. Καμία γνώση από εμπειρία όμως, δεν πήγε ποτέ χαμένη. Καμία.
-
Τις πρώτες ρυτίδες. Το πόδι της χήνας και το χαριτωμένο προγουλάκι μας κάνουν πιο ζαχαρένιες. Δεν πάει η βινύλ μπότα πάνω από το γόνατο με τον χαλαρωμένο τετρακέφαλο. Μεταφορικά ομιλώντας.
-
Ένα διαζύγιο. Αγχωτικό και άκομψο πράγμα, σκληρό death metal. Μετά όμως κερδίζει πόντους η ελπίδα, η προσδοκία του νέου και το ψυχικό ξέφωτο.
-
Την ενηλικίωση των παιδιών και το ξεπόρτισμα τους από το σπίτι. Φτου ξελευτερία. Περισσότερος χρόνος για ενδοσκόπηση, περισυλλογή και τζόκινγκ. Ή γιόγκα που λέγαμε και παραπάνω.
-
Τη συνειδητοποίηση ότι όλα είναι περαστικά. Πάμε παρακάτω.
-
Την κόπωση να κυνηγάς τον χρόνο. Το παιχνίδι της γυναίκας με το χρόνο μοιάζει με γιαπωνέζικο χάικου: το ερμηνεύει η καθεμία όπως τη συμφέρει.
-
Την τοποθέτηση «σπάω πλάκα για πλάκα». Η μάνα της γυναίκας που μετέτρεψε το οχ σε χοχοχο, ποτέ δεν έκλαψε.
Επιμύθιο: Η λέξη γιόγκα είναι γραμμένη σε αυτό το κείμενο πέντε φορές. Πράγμα που μπορεί και να σημαίνει ότι η πολυπόθητη ηρεμία, η απομάκρυνση από τον γυναικείο, νευρασθενικό κωλοπαιδισμό, η στάση «είμαι ωραίος τύπος και όχι απαραίτητα όμορφη», μπορεί και να είναι ένας χαιρετισμός στον ήλιο. Γιόγκικος ή άλλος. Κλείσιμο ματιού.