Το σύγχρονο ελληνικό "γούστο" για την διακόσμηση οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι αποτελεί αντικείμενο ιδιαίτερων κοινωνιολογικών αναλύσεων.
Από την μια υπάρχει η άποψη "Ποιος θα μου θέσει εμένα όριο καλαισθησίας;" Σωστή εν μέρει, μια όλοι είμαστε ανοιχτοί στηνπολυμορφία, άλλωστε δεν κόβουμε τον κόσμο στα μέτρα μας. Όπως λέει και ο ποιητής: Αυτό είναι και το μυστικό του μεταμοντέρνου. Δεν υπάρχουν όρια στην τέχνη.
Από την άλλη υπάρχει και αυτό το "αρχοντικό-μπαρόκ" σαλόνι στην παραλία της Κουρούτας.
Τι #μαλδιβες Κουρουτα παιδιά
έτη μπροστα❗ pic.twitter.com/pI7MGa4t5d
— Blackpug (@Blackpug74) August 6, 2023
Το συγκεκριμένο σαλονάκι έχει προκαλέσει ποικίλα σχόλια στα social media για το αν ταιριάζουν οι συγκεκριμένες πολυθρόνες στιλ μπαρόκ στην παραλία της Αμαλιάδας, με αρκετούς να τις θεωρούν κιτς και εκτός "κλίματος".
Και εκεί ακριβώς βρίσκεται το τραγικό της υπόθεσης: Ότι υπάρχουν μόνο κάποιοι που αναρωτιούνται αν είναι αυθαίρετη εγκατάσταση (installation) κιτς και εκτός "κλίματος". Δεν είναι σίγουροι δηλαδή!
Το κακό γούστο της ελληνικής κοινωνίας, η απουσία δηλαδή συλλογικής "αισθητικής παιδείας" -με την ευρύτερη σημασία του όρου- οφείλεται καταρχήν στην απότομη μετάλλαξη πρώην αγροτικών πληθυσμών σε αστικούς. Κοινωνικών στρωμάτων που ποτέ δεν διασταυρώθηκαν με τις αξίες της Αναγέννησης, για παράδειγμα. Και κάπως έτσι αντι να τιμούμε την παράδοση που γνωρίζουμε, από αυθεντική έκφραση του λαϊκού πολιτισμού και γενικότερα της ιστορίας μας να στρεφόμαστε σε φτηνές (ή ακριβές) απομιμήσεις μιας ξένης προς εμάς κουλτούρας.
Και κάπως έτσι η κοινωνία μας εγκλωβίστηκε στην μη αισθητική της μικροαστικής απομίμησης και επέβαλε στον εαυτό της ένα γενικευμένο κακό γούστο, βαθιά ριζωμένο πλέον στο συλλογικό υποσυνείδητο.
Σε μια παλιά έκδοση "Κάτι Tο Ωραίον" του περιοδικού "Αντί", ο πρόωρα χαμένος συγγραφέας, σκηνοθέτης και ραδιοφωνικός παραγωγό Χρήστος Βακαλόπουλος είχε προβλέψει ότι "ίσως είναι η τελευταία φορά που μιλάμε για κιτς, στο εξής το πρόβλημά μας θα είναι η αδυναμία εντοπισμού του".
Στην εσωτερική διακόσμηση η εικόνα με το σεμεδάκι πάνω από την τηλεόραση και από πάνω το αγαλματάκι με την Αφροδίτη της Μήλου δεν ενοχλεί κανέναν, δεδομένου ότι το κιτς κάποιες φορές είναι προσωπική υπόθεση.
Όταν όμως επεκτείνεται και στην διακόσμηση εξωτερικών χώρων γίνεται τοξικό, τόσο σε πραγματολογικό όσο και σε συμπεριφεριολογικό επίπεδο.
Θα το πω με πόνο, αλλά πλέον στην εποχή μας η κακογουστιά στην χώρα μας είναι τόσο διάχυτη, που το μάτι αλλά και το μυαλό έχουν πλέον εθιστεί σε αυτή. Το κριτήριο ενός ολόκληρου λαού, στην πλειοψηφία του τουλάχιστον, έχει διαβρωθεί τόσο, που δεν μπορούμε πια να διακρίνουμε το κιτς και τελικά το αποδεχόμαστε ανατροφοδοτώντας συνεχώς με "σκουπίδια" την τοξική αυτή νεα πολιτισμική ταυτότητα του νέο-Έλληνα.
Διότι τελικά η κρίση που βιώνουμε δεν είναι οικονομική -αυτό είναι μόνον το αποτέλεσμα- αλλά πολιτισμική, κρίση νοοτροπίας και αντιλήψεων.
Είναι σίγουρο λοιπόν ότι η λέξη κιτς είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την αισθητική. Σύμφωνα πάντως με τον Μίλαν Κούντερα το κιτς δεν εκφράζει μόνο την "τέχνη του ευτελούς".Όπως γράφει: "Υπάρχει η κιτς συμπεριφορά. Η στάση κιτς. Η ανάγκη –κιτς (Kitschmensch): η ανάγκη να κοιτάζεσαι στον παραμορφωτικό καθρέφτη της ωραιοποίησης και να αναγνωρίζεις το πρόσωπο σου συγκινημένος από ικανοποίηση.
Η λέξη κιτς υποδηλώνει τη στάση του ανθρώπου που θέλει πάση θυσία να αρέσει στους περισσότερους. Όπως ο επιχειρηματίας από την Aμαλιάδα που έστησε το τσαντίρι του με τις πoλυθρόνες μπαρόκ στην παραλία της Κoυρoύτας. Ή ο επιχειρηματίας που έφερε καμήλες στη Μύκονο . Η ο επιχειρηματίας στην Άνδροπου τοποθέτησε ολόκληρο σαλόνι, με καναπέ, πολυθρόνες τραπεζάκι και κάδρο πάνω στα βράχια.
Ναι ο Χρήστος Βακαλοπουλος δυστυχώς αποδείχθηκε προφητικός καθότι σήμερα τα (κάθε είδους) "σκουπίδια" δεν αποτελούν πια περιθώριο αλλά κυρίαρχο "αισθητικό" στοιχείο