«Όταν ήμουν 5 χρονών η μητέρα μου είπε πως η ευτυχία είναι το μοναδικό νόημα της ζωής. Αργότερα στο σχολείο, όταν η δασκάλα με ρώτησε τι ήθελα να γίνω όταν μεγαλώσω εγώ απάντησα πως ήθελα να γίνει ευτυχισμένος. Τότε η δασκάλα μου είπε ότι μάλλον δεν είχα καταλάβει την ερώτηση. Κι εγώ της είπα ότι μάλλον δεν είχε καταλάβει το νόημα της ζωής». Αυτό εξομολογούταν σε συνέντευξη του, στα μέσα της δεκαετίας του '60, ο Τζόν Λένον, όντας ήδη ένας από τους πιο διάσημους μουσικούς σε ολόκληρο τον πλανήτη. Αυτό το εξωφρενικά χαρισματικά και ταλαντούχο πλάσμα, τόσο έξυπνο και πνευματώδες που ώρες-ώρες έβρισκε τον εαυτό του εγκλωβισμένο και χαμένο μέσα στην ίδια του την εξυπνάδα.
Αν κοιτάξει κανείς από απόσταση την ιστορία ζωής αυτής της ξεχωριστής, μουσικής ιδιοφυίας θα διαπιστώσει ότι δύο πράγματα πήραν τον Λένον από τον χέρι, τον συντρόφευσαν και τον καθόρισαν σε κάθε βήμα του, σε όλες τις πράξεις και τις επιλογές του, σε κάθε πτυχή της προσωπικής και επαγγελματικής πορείας του. Το πάθος γα τη μουσική και η προβληματική, στρεβλή, ανορθόδοξη σχέση που είχε με τη μητέρα του, Τζούλια Λένον. Μία γυναίκα την οποία ο μικρός Τζον έμοιαζε να λατρεύει και να αποζητά πάντα, στο κάθετι, την ίδια στιγμή που εκείνη, ανήμπορη να βάλει τις προσωπικές της αδυναμίες κάτω από το παιδί της, τον εγκατέλειψε στην αδελφή της για να τον μεγαλώσει.
Η ιδιάζουσα περίπτωση σχέσης παιδιού με τον γονέα που του γύρισε αβασάνιστα την πλάτη περιγράφεται με ανεπανάληπτο τρόπο στο τραγούδι του 1971 "Mother", ένα εμβληματικό κομμάτι που περιλαμβάνεται στον πρώτο προσωπικό δίσκο του καλλιτέχνη, "John Lennon and the Plastic Ono Band". Την στιγμή που άλλοι καλλιτέχνες, εντός και εκτός ελληνικών συνόρων, τραγούδουν ύμνους αγάπης προς της μαμάδες τους που θυσιάστηκαν για την δική τους ευτυχία, συγκινησιακά φορτισμένα τραγούδια για την αγάπη της μητέρας που δεν έχει άλλη όμοια της σε όλο το σύμπαν, το πιο αγαπημένο, ίσως, Σκαθάρι μιλάει για την παντελή απουσία της Τζούλια από την ζωή του, αλλά και του πατέρα του, του ναυτικού Άλφρεντ Λένον, ο οποίος δεν ήταν καν παρόν όταν γεννήθηκε. το φθινόπωρο του 1940.
Το τρέιλερ της ταινίας Nowhere Boy, η οποία εξιστορεί τα παιδικά χρόνια του διάσημου μουσικού, εστιάζοντας στην απουσία της μάνας και στην απεγνωσμένη ανάγκη του να έρθει πιο κοντά της.
Λίγα χρόνια αργότερα και ενώ ο Τζον ήταν μόλις 5 χρονών η μητέρα του τον εγκαταλείπει στην αδελφή της, στην αγαπημένη θεία του ΜImi, μετά από μία καταγγελία της τελευταίας στην Πρόνοια ότι η Τζούλια δεν φροντίζει αρκετά το παιδί. Ο θρύλος υποστηρίζει πως το πρώην ζευγάρι κάποια στιγμή ζήτησε από τον μικρό Τζόν να διαλέξει αν θέλει να ζήσει την μητέρα του ή τον πατέρα του, ένα σκηνικό που, όπως λέγεται, τραυμάτισε βαθιά το μικρό αγόρι, επηρρεάζοντας όλη τη μετέπειτα ζωή του. Βέβαια, το συγκεκριμένο γεγονός παραμένει ανεπιβεβαίωτο. Το σίγουρο είναι ότι μέχρι την ηλικία των 16 ετών ο Λένον μεγαλώνει αποκλειστικά με την Mimi η οποία, μη έχοντας δικά της παιδιά, αφοσιώνεται πλήρως στην ανατροφή του.
Το 1956, και λίγο πριν τελειώσει το σχολείο, η Τζούλια επιστρέφει στη ζωή του γιου της, ζητώντας συγγνώμη και διεκδικώντας μία θέση την καρδιά του. Μάλιστα ήταν εκείνη που του χάρισε την πρώτη του κιθάρα και του έμαθε να παίζει. Ροκ εν ρολ σε όλη της ζωή, αντισυμβατική και διαφορετική από όλες τις άλλες μαμάδες σε ολόκληρο το Λίβερπουλ, στιλάτη, γοητευτική, νέα και σέξι, η Τζούλια Λένον γοήτευσε τον έφηβο Τζον που ήθελε διακαώς να περάσει όλο και περισσότερο χρόνο κοντά της.
Δυστυχώς η επιθυμία του δεν έγινε ποτέ πραγματικότητα αφού λίγο καιρό αργότερα, στις 15 Ιουλίου του 1958, η Τζούλια σκοτώνεται σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα όταν διερχόμενο αυτοκίνητο πέφτει πάνω της σε κεντρικό δρόμο του Λίβερπουλ.
Ο πόνος και το παράπονο για την μόνιμη απουσία της από την ζωή του αποτυπώνονται στο αριστουργηματικό Mother.