ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ WOMAN TOC

Στέφανος Ζαούσης: «Όταν η χώρα έχει γεμίσει πρόσφυγες δεν κάνουμε φωτογραφίσεις αλά Χόλιγουντ»

Fashion editor, φωτογράφος και στιλίστας των βιτρινών του Attica, ο Στέφανος Ζαούσης, αισθάνεται τυχερός που κάνει ακόμα αυτά που του αρέσουν, στην Ελλάδα του 2019.

Στέφανος Ζαούσης: «Όταν η χώρα έχει γεμίσει πρόσφυγες δεν κάνουμε φωτογραφίσεις αλά Χόλιγουντ»

Στέφανος Ζαούσης: «Όταν η χώρα έχει γεμίσει πρόσφυγες δεν κάνουμε φωτογραφίσεις αλά Χόλιγουντ»
Ο Στέφανος Ζαούσης θυμάται τα χρυσά χρόνια των περιοδικών.

Ποιο από όλα τα ταλέντα του είναι πιο «δικό» του; Αρχικά, αυτό θα ήθελα να μάθω από έναν άνθρωπο που «λυσσά» για δημιουργικότητα και απεχθάνεται τη στασιμότητα και την κατήφεια των καιρών. Στέκομαι -κυρίως- στο έργο του ως στιλίστα των βιτρινών του Attica, οι οποίες μοιάζουν με αυτόνομες πολιτείες του στυλ, στο κέντρο της Αθήνας. Για τα χρυσά χρόνια των περιοδικών, των υψηλών budget και των μεγάλων προσδοκιών, θα μιλήσουμε στην πορεία. «Τα αγαπάω όλα. Το στάιλινγκ μπορώ να πω μετά από 20 χρόνια ότι το “έχω”, μου βγαίνει αβίαστα, δεν παύει όμως να με προκαλεί πάντα να εξελιχτώ μιας και η μόδα δε παραμένει ποτέ στάσιμη» λέει ο Στέφανος. «Οι τάσεις αλλάζουν κάθε σεζόν οπότε έχεις τη δυνατότητα να ανανεώνεσαι χωρίς βέβαια να χάνεις το προσωπικό σου στυλ. Αν παρασύρεσαι από την εκάστοτε εφήμερη τάση τότε είσαι θύμα της μόδας ενώ πρέπει να είσαι θύτης, αυτό είναι για μένα ο ορισμός του καλού stylist. Οι βιτρίνες δεν ήταν στο "πρόγραμμα", όταν μου έγινε η πρόταση πριν δέκα χρόνια δίστασα ίσως γιατί υποσυνείδητα είχα συνηθίσει να δουλεύω με "έμψυχο υλικό", δηλαδή με ανθρώπους κι όχι κούκλες. Όμως χαίρομαι πολύ που δέχτηκα γιατί αποδείχτηκε μία άκρως ενδιαφέρουσα δουλειά ειδικά τώρα που με την κρίση στα περιοδικά η δημιουργικότητα έχει χαθεί, με ελάχιστες εξαιρέσεις. Επίσης πολύ σημαντικό είναι για μένα ότι συνεργάζομαι με την creative director, Λήδα Χαρίση, και μία ομάδα που καταλαβαινόμαστε απόλυτα και λειτουργούμε με βάση την ίδια αισθητική. Η φωτογραφία είναι η τελευταία μου ενασχόληση, τα τελευταία τρία περίπου χρόνια, και τη βλέπω σαν μια εξέλιξη όλων όσων έχω κάνει μέχρι σήμερα. Την είχα πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού μου,άλλωστε στην Νέα Υόρκη φωτογραφία σπούδαζα. Και έφτασα σε ένα σημείο που έχοντας πλέον εξασκηθεί αρκετά στις φωτογραφήσεις έβλεπα ότι ήθελα να πιάσω τη κάμερα και να αποτυπώσω το κάδρο με την προσωπική μου άποψη. Αγαπώ πολύ το ασπρόμαυρο, τα έντονα χρώματα, τα κινηματογραφικά concept, τη γεωμετρία και το φουτουρισμό. Όλα τα βλέπω πιο πολύ σαν σκηνοθέτης που στήνει μία παράσταση, ίσως γιατί ως στυλίστας αγαπώ πολύ τη μόδα και η μόδα είναι θέαμα» λέει ως γνήσιος εικονολάτρης. Μόνο που δημιουργικότητα και ελληνική πραγματικότητα δε συμβαδίζουν, εν έτη 2016. «Κάτι ετοίμαζα, ένα προσωπικό πρότζεκτ, αλλά με πρόλαβαν οι πολιτικές εξελίξεις και προς το παρόν έχει παγώσει. Για να είμαι ειλικρινής, αισθάνομαι ήδη πολύ τυχερός που κάνω ακόμα αυτά που μου αρέσουν. Και επειδή η ζωή αλλά και η Ελλάδα είναι απρόβλεπτες, ξαναρώτα με πάλι σε κανένα χρόνο» μου λέει και κλείνει το κεφάλαιο «σχέδια για το μέλλον», αποδεικνύοντας ότι είναι πολύ μοντέρνος για να προγραμματίζει τις επόμενες κινήσεις του.

Οι βιτρίνες του Attica. Το στάιλινγκ δια χειρός Στέφανου.

Ξέρεις, όταν σε αφήνουν να κάνεις αυτό που θες και εμπιστεύονται το ταλέντο σου, τότε αποδίδεις το μέγιστο.

«Γεννήθηκα στην Αθήνα και μεγάλωσα στο Κολωνάκι. Προέρχομαι από μία αστική οικογένεια με έντονη την έννοια της καλής αισθητικής, των καλών τρόπων. Η μάνα μου συγκαταλεγόταν στις πιο όμορφες γυναίκες, η γιαγιά μου στις πιο καλοντυμένες, ο πατέρας μου ήταν μεγάλος γόης. Είχαν ζήσει όλοι κάποια χρόνια στο εξωτερικό. Πήγα στο Κολέγιο Αθηνών και μετά στη Βακαλό για να σπουδάσω γραφίστας. Βαριόμουνα φρικτά τις σπουδές και έκανα κοπάνα συνέχεια. Ξεκίνησα να κάνω clubbing, βρέθηκα σε πιο εναλλακτικές παρέες και γνώρισα τους πρώτους ανθρώπους από το χώρο της μόδας. Ενώ ήμουν πάντα το ευγενικό παιδί με τους καλούς τρόπους από το καλό σπίτι, ήμουν ανήσυχο πνεύμα, με γοήτευε πολύ οτιδήποτε διαφορετικό, η λάμψη της μόδας, η αφηρημένη τέχνη, η ελιτίστικη παρακμή, το street style, γενικά οτιδήποτε αντισυμβατικό, ενάντια στο συντηρητισμό του περιβάλλοντος που είχα μεγαλώσει. Μέσα από παρέες βρέθηκα στο περιοδικό “Κλικ” να ζητάω δουλειά ως γραφίστας, αλλά στο πίσω μέρος του μυαλού μου ήθελα να μπλεχτώ στη μόδα. Για καλή μου τύχη δεν υπήρχε ανοικτή θέση αλλά ζητούσαν βοηθό στυλίστα στη “Γυναίκα” που ήταν του ίδιου ομίλου, του Άρη Τερζόπουλου. Βρέθηκα να βοηθάω την διευθύντρια Λάουρα Ντε Νίγκρις και τον Βαγγέλη Κύρη σε φωτογραφίσεις μόδας και να πηγαίνω σε διάφορα τρελά glamorous πάρτι. Υπήρχε πολύ κέφι, απίστευτη δημιουργικότητα και υπερβολικό τουπέ που μου ξένιζε και με ενοχλούσε μιας κι εγώ είχα ανατραφεί να μη σνομπάρω κανέναν, εκτός από τους ανθρώπους που έκαναν show off. Λίγο μετά πήγα στο “Κλικ” και στο “Men” και ξεκίνησα να κάνω τις πρώτες δικές μου δουλειές. Διευθυντής, όπως ξέρεις, ήταν -ο τότε- πρωτοποριακός, Πέτρος Κωστόπουλος, η έννοια του budget δεν υπήρχε, ξοδεύαμε πολλά για υπερπαραγωγές, γελάγαμε πολύ... Μετά βρέθηκα να δουλεύω ως fashion editor στο “Votre Beaute” με την αγαπημένη διευθύντρια Μαρία Καλλιμασιά και τον gentleman, διευθυντή μόδας Βασίλη Ζούλια. Άλλη ατμόσφαιρα. Ευγένεια, επαγγελματισμός, καλή ενέργεια πέρασα πολύ ωραία. Μετά ήρθε το “01” με διευθυντή τον ευφυή και υπερταλαντούχο, Παναγιώτη Χατζηστεφάνου, όπου η δημιουργικότητα χτύπησε κόκκινο. Ξέρεις, όταν σε αφήνουν να κάνεις αυτό που θες και εμπιστεύονται το ταλέντο σου, τότε αποδίδεις το μέγιστο. Έκανα παράλληλα και τα κοστούμια για την ταινία του Πάνου Κούτρα “Η επίθεση του Γιγαντιαίου Μουσακά”, τα οποία προτάθηκαν και για το αντίστοιχο βραβείο στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Τι να σου πω βρε Έφη, άλλες εποχές, ανέμελες, συνδυάζαμε το κέφι με τη δημιουργικότητα αβίαστα» θυμάται ο Στέφανος και θυμάμαι κι εγώ μαζί του.

Δουλειές του Στέφανου από τα περιοδικά.

Τι αναπολεί όμως από αυτή την εποχή, πραγματικά; Γιατί υπήρχε και μια ψευδεπίγραφη ευμάρεια, καθώς και μια σαχλή καλοπέραση. «Έζησα τη μισή χρυσή εποχή των περιοδικών στην Ελλάδα, την άλλη μισή ήμουν στην Νέα Υόρκη. Εκεί έζησα πραγματικά χρυσές στιγμές και άνοιξε το μυαλό μου. Την ερωτεύτηκα αυτή την πόλη από τη στιγμή που πάτησα το πόδι μου εκεί το 1998.Την αίσθηση ότι είσαι στο κέντρο του κόσμου κι ότι όλα είναι πιθανά, μόνο σε αυτή τη πόλη το έχω νιώσει. Σπούδασα αρχικά στο Parsons φωτογραφία και ιστορία της μόδας και παράλληλα βρήκα ατζέντη έναν άνθρωπο που πραγματικά του χρωστάω πολλά,αν δεν ήταν αυτός δε θα τα είχα βγάλει πέρα. Μετακόμισα στο Village και άρχισα να βγαίνω μανιωδώς και να γνωρίζω κάθε μέρα και καινούργιους ενδιαφέροντες ανθρώπους όλων των φυλών. Αυτό το multiracial, multicultured μου λείπει ακόμα πολύ. Επίσης, το γεγονός ότι μπορεί να βρεθείς σε ένα μπαρ με την Kate Moss ή την Madonna και να χορέψετε ή να μιλήσετε σαν να γνωριζόσαστε είναι κάτι που χαρακτηρίζει την σκηνή της Νέας Υόρκης. Ή να χαζεύεις στο βιβλιοπωλείο Βarnes and Nobles και δίπλα σου να στέκεται η Nicole Kidman χωρίς μακιγιάζ, να παθαίνεις εγκεφαλικό αυτή να το βλέπει στο ύφος σου και να σε χαιρετάει χαμογελώντας. Εκεί ούτε οι paparazzi τρέχουν σαν τους τρελούς πίσω από τους σταρ, ούτε ο κόσμος τους πρήζει για αυτόγραφα στο δρόμο. Υπάρχει ένα ακομπλεξάριστο κλίμα και μία χαλαρότητα που λείπει εδώ. Τέλος πάντων, μέσω της διεθνούς φήμης, Ελληνίδας φωτογράφου, Calliope, στην αρχή και ενός φίλου του Michael Reynolds, ιδρυτικού στελέχους του περιοδικού "Wallpaper" και set designer στις φωτογραφήσεις της Conde Nast, στάθηκα τυχερός και δούλεψα κατευθείαν για γνωστές εκδόσεις. "Vogue Spain", "Vogue Sposa", "Vogue Bambini", "Spanish Harpers Bazaar", "Jalouse", "Surface", "Time out" κ.ά. Δούλεψα λίγο ως βοηθός της Patti Wilson, τοπ stylist της Ιταλικής Vogue, αλλά έβριζε πολύ άσχημα και την έκανα Λούης, γνώρισα τοπ μοντέλα σε δουλειές όπως την Heidi Klum και την Nadja Auermann, πολύ κόσμο γενικά...». Ο Στέφανος μιλάει και από μπροστά μου παρελαύνουν οι glossy σελίδες των εντύπων που αγαπήσαμε, των εντύπων -που όπως και να το κάνεις- μας ενέπνευσαν, τότε την εποχή των ματαίων επιδόσεων.

Το 2003 ήρθαν τα πάνω κάτω. Αρρώστησε ο πατέρας μου κι ενώ δε μου το ζήτησε ποτέ αισθάνθηκα ότι έπρεπε να γυρίσω να του σταθώ, η αγορά έκανε μία κάμψη μετά τους Δίδυμους Πύργους, αυτοκτόνησε από drugs ο νέος ατζέντης που είχα, και γενικά άρχισαν να με κουράζουν οι εντατικοί ρυθμοί της Νέας Υόρκης.

Το καλύτερο όμως μου το φύλαγε για το τέλος: «Πήγα και στα γραφεία της αμερικάνικης Vogue, γνώρισα την Anna Wintour που ήταν ψυχρή σα πάγος και την Grace Coddington, που σε αντίθεση, ήταν γλυκύτατη και μου είχε κάνει εξαιρετική εντύπωση ότι από τότε, κάθε φορά που βρισκόμασταν σε κάποιο fashion show ή πάρτι με θυμόταν και μου έδινε συμβουλές. Δούλευα πολύ, είχα αρχίσει και συνεργασία με την ελληνική “Vogue” και το “Life &Style” των εκδόσεων Λυμπέρη, από την Νέα Υόρκη και είχα μπει σε μία πορεία. Και μετά έκανα ίσως το μοναδικό λάθος για το οποίο μετανιώνω, γιατί γενικά δε μετανιώνω για τίποτα, ούτε τα καλά, ούτε τα κακά, όλα επιλογές είναι και δεν πιστεύω στο κάρμα. Μέσω ενός γνωστού φωτογράφου μου έγινε η πρόταση να δουλέψω ως βοηθός της fashion editor του περιοδικού “W”, Alexandra White κι εγώ αρνήθηκα. Θες επειδή ήδη δούλευα ήδη κι έβγαζα λεφτά, θες από άγνοια, πάντως δεν ξέρω που θα ήμουν σήμερα αν είχα πάει. Το 2003 ήρθαν τα πάνω κάτω. Αρρώστησε ο πατέρας μου κι ενώ δε μου το ζήτησε ποτέ αισθάνθηκα ότι έπρεπε να γυρίσω να του σταθώ, η αγορά έκανε μία κάμψη μετά τους Δίδυμους Πύργους, αυτοκτόνησε από drugs ο νέος ατζέντης που είχα, και γενικά άρχισαν να με κουράζουν οι εντατικοί ρυθμοί της πόλης. Κι έτσι το 2004 γύρισα στην Ελλάδα την εποχή των παχιών αγελάδων, πάνω στους Ολυμπιακούς. Έγινα fashion editor στο “Status” και συνεργάστηκα γενικά με όλες τις εκδόσεις. Τι μου λείπει από εκείνη την εποχή; Προφανώς οι καλές αμοιβές και τα budget για παραγωγές. Και δεν εννοώ το budget του φαγητού για να τρώμε αστακούς, δόξα το Θεό και με μια τονοσαλάτα σπίτι μου μια χαρά είμαι. Εννοώ για direct μοντέλα, locations και όλα αυτά που χρειάζονται για να βγει μία δουλειά σωστά. Τώρα πλέον, οι editors κάνουμε και παραγωγή. Αλλά πάνω από αυτά μου λείπει η δημιουργικότητα των περιοδικών. Πιστεύω όμως, ότι μέσα από τις δύσκολες σημερινές συνθήκες γεννιούνται νέες τάσεις και νέα ταλέντα. Αλλά, όταν οι μισές μπουτίκ έχουν κλείσει, βασιλιάς είναι το διαφημιστικό και τα budget είναι μικρά, ε, τότε και τα περιθώρια στενεύουν. Πιστεύω ότι η Ελλάδα θα χρειαστεί μία πενταετία να σταθεί πάλι στα πόδια της. Μπορεί όχι με Manolo Blahnik πάλι, αλλά θα το βρει το γοβάκι της» καταλήγει, εστιάζοντας στην ουσία, στο μεδούλι της ύπαρξης της μόδας και της βιομηχανίας γύρω από αυτή.

-Τι σου δίδαξε η προσαρμογή όλων μας στην οικονομική κρίση;

«Μου δίδαξε ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο στη ζωή. Ότι -ενώ πίστευα το αντίθετο-, μόνο οι σωστοί επαγγελματίες και ταλαντούχοι θα επιβιώσουν τελικά, το πιστεύω ακράδαντα. Ότι πρέπει να είμαστε ευγνώμονες για αυτά που έχουμε και αυτά που ζήσαμε. Ότι δε πρέπει να υποκύπτουμε στην ευκαιρία που βρήκαν ορισμένα ανώτερα στελέχη του χώρου, που δεν αγαπούν τη μόδα και δε σέβονται τον κόπο μας, να εκμεταλλευτούν την κατάσταση. Οι δημιουργικοί άνθρωποι -γενικά όχι μόνο στη μόδα-, όπως καλά γνωρίζεις, ανήκουν σε μία ειδική κατηγορία που ο εγκέφαλος βασανίζεται καθημερινά για να εφεύρουν κάτι διαφορετικό, κάτι καινούργιο και να προσφέρουν ομορφιά και αισθητική στον κόσμο. Αυτά σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες χρυσοπληρώνονται. Οπότε δεκτή η κρίση, αλλά μην το παρακάνουμε κιόλας. Και τέλος, αυτό που μου δίδαξε η προσαρμοστικότητά μας, είναι ότι πρέπει να εξελισσόμαστε ακολουθώντας με τους καιρούς, να είμαστε ευέλικτοι. Άλλωστε, εκτός από τον πάτο, υπάρχει κι ο ουρανός».

-Και με τι μόδα τι γίνεται; Πως μπορεί η μόδα και η λάμψη της να ενταχθούν στους νέους καιρούς που ζούμε;

«Μπορούν σαφέστατα αλλά με μία νέα προσέγγιση. Άλλωστε η κρίση στη μόδα δεν είναι μόνο τοπικό φαινόμενο αλλά παγκόσμιο. Εγώ είμαι υπέρ της απενοχοποίησης του γκλάμουρ, άλλωστε ένας από τους λόγους που συνεχίζω να είμαι σε αυτό το χώρο είναι η μαγεία που προσφέρει η μόδα και η τέχνη εν γένει. Το νέο γκλάμουρ όμως, όχι ο νεοπλουτισμός και η φιγούρα. Αυτά είναι ξεπερασμένα και προκλητικά. Μπορεί η Anna Dello Russo και άλλες δέκα αντίστοιχες, να αλλάζουν πέντε φορές συνολάκια τη μέρα στο Instagram, αλλά αυτά συμβαίνουν σε ένα παράλληλο σύμπαν. Αυτά ισχύουν μόνο για την ελίτ της μόδας και των celebrities σε παγκόσμια κλίμακα. Σήμερα, με τις αλυσίδες καταστημάτων με σχετικά φτηνά, μοντέρνα ρούχα να κατακλύζουν όλες τις χώρες, παγκοσμίως, ο κόσμος μπορεί να ντύνεται ωραία και να μη χρειάζεται να ξοδεύει μία περιουσία. Mix and match, λοιπόν. Ακριβά κομμάτια από τους γνωστούς ξένους σχεδιαστές σε συνδυασμό με φτηνά ρούχα για όλο τον κόσμο και ειδικά τη νέα γενιά που δεν έχει οικονομική άνεση. Φαντασία χρειάζεται, ταλέντο και γνώση της αγοράς. Ένα ωραίο location, όμορφα μοντέλα και ατμοσφαιρική φωτογραφία φτάνουν, δε χρειάζονται haute couture κομμάτια. Και μη ξεχνάμε τους Έλληνες σχεδιαστές, υπάρχουν πολλοί ταλαντούχοι και χρειάζονται υποστήριξη όταν το κράτος είναι ανύπαρκτο. Και φυσικά μια επαφή με την πραγματικότητα. Όταν η χώρα μας έχει γεμίσει πρόσφυγες δε κάνουμε φωτογραφίσεις αλά Χόλιγουντ». Συμφωνώ. Γιατί η μόδα να έχει ενσωματώσει το επιπόλαιο και το μάταιο; Αφού όλους μας ενδιαφέρει κι ας μην συγκαταλεγόμαστε ούτε στους επιπόλαιους, ούτε στους «μάταιους».

-Πως σου φαίνεται η digital προσέγγιση των media;

«Θα πω συγκεκριμένα για τη μόδα. Έχει τα καλά και τα κακά της. Από τη μία πληροφορείσαι γρήγορα, εύκολα και ανέξοδα για τα πάντα πλέον. Μπορείς να μορφωθείς από το Internet, να βρεις ιδέες να διευρύνεις τους ορίζοντες σου, είναι σαν να έχεις όλο τον κόσμο σε μια οθόνη. Επίσης, βοηθάει σε επαφές με το εξωτερικό που παλιότερα δε γίνονταν εύκολα. Δηλαδή μπορεί κάποιος να φτιάχνει ωραία σανδάλια, να τα δει ένας ξένος buyer στο ίντερνετ και απλά να του στείλει ένα μήνυμα και να ξεκινήσει μια συνεργασία. Επίσης, ταλέντα που δεν έχουν τη δυνατότητα να δείξουν τη δουλειά τους, είτε για οικονομικούς λόγους, είτε γιατί ζουν κάπου απομονωμένα, μπορούν να βγουν, με κάποιο τρόπο, στο φως. Είναι μια καλή αρχή το ίντερνετ. Από την άλλη υπάρχει πολύ άχρηστη πληροφορία. Πρέπει να εστιάσεις σε αυτά που σε ενδιαφέρουν γιατί αλλιώς χάνεσαι, και μπορεί να σου γυρίσει μπούμερανγκ».

Όταν είδωλο της εποχής μας θεωρείται η Kim Kardashian τότε κάτι δε πάει καλά.

»Έχω πιάσει τον εαυτό μου να κοιτάζει τόσες πολλές εικόνες και τάσεις που στο τέλος έχω ξεχάσει τι έψαχνα... Επίσης, όπως και να το κάνουμε, άλλο το ίντερνετ και άλλο η πραγματική ζωή. Πέρα από την ωραιοποίηση των πάντων, χάνεται η ουσιαστική επαφή, ακόμα και οι αισθήσεις. Άλλο να βλέπεις τα fashion editorials στην οθόνη και άλλο να ξεφυλλίζεις ένα περιοδικό και να το κρατάς στη βιβλιοθήκη σου για πάντα. Άλλο να βλέπεις τα collections στο Ιnstagram και άλλο να μπορείς από κοντά να εξετάζεις τα υφάσματα και τις λεπτομέρειες. Έχουμε πήξει και στις αδιάφορες fashion bloggers που μαζί με τους σεφ έχουν κατακλύσει τα social media. Α ναι, και μοντέλα, εκατομμύρια μοντέλα. Παντού υπάρχουν τοπ στους τομείς τους απλά με τέτοιο καταιγισμό πως μπορεί ένας άνθρωπος να καταλάβει τι είναι σωστό και τι όχι; Εξού και ο λαϊκισμός που επικρατεί. Όταν είδωλο της εποχής μας θεωρείται η Kim Kardashian τότε κάτι δε πάει καλά. Βρείτε αυτά που σας ενδιαφέρουν και σας αρέσουν και εστιάστε εκεί».

Σε αυτή και στην πάνω φωτό: Ο Στέφανος φωτογραφίζει, η Μαρία Παπαγρηγορίου ως fashion editor

-Πες μου λίγα λόγια για τις βιτρίνες του Attica που τόσα χρόνια «ντύνεις» με μεγάλη επιτυχία.

«Οι βιτρίνες του Attica αλλάζουν περίπου ανά δίμηνο. Και κάθε φορά έχουν ένα διαφορετικό concept. Γιατί μιλάμε για βιτρίνες στo Citylink στην Πανεπιστημίου, στο Golden Hall, στο Mall στο Μαρούσι και στο κατάστημα της Τσιμισκή στη Θεσσαλονίκη. Την άνοιξη και το φθινόπωρο παρουσιάζονται οι τάσεις της σεζόν, οπότε και υπάρχει μια ανάλογη προσέγγιση. Τις υπόλοιπες φορές το concept μπορεί να λειτουργήσει ελαφρώς πιο ανεξάρτητα από τη μόδα και να είναι πιο θεαματικό. Είναι καθαρά αποτέλεσμα team work σαν μία αλυσίδα που οι κρίκοι είναι γερά ενωμένοι. Θα έλεγα ότι οι βιτρίνες του Attica είναι ένα κεφάλαιο από μόνες τους γιατί ενώ από τη μία προβάλλουν τις τάσεις για να προσελκύσουν το αγοραστικό κοινό από την άλλη προσφέρουν ένα θέαμα απρόβλεπτο, ευρηματικό και ευφάνταστο που δεν έχει να κάνει με τη μόδα αυτή καθ' αυτή».

Φτάνει με το ξανθό πλατινέ. Εάν δεν είστε στο χώρο του θεάματος που το ξανθό “γράφει” καλύτερα, το γλυκό καστανό ταιριάζει πιο πολύ στις Ελληνίδες με τα έντονα χαρακτηριστικά. Και είναι και πολύ σέξι.

»Ωστόσο και οι βιτρίνες συμβαδίζουν με την εποχή, δεν είναι αποκομμένες από το τι συμβαίνει στη χώρα. Δε θα κάνουμε ποτέ κάτι τρομαχτικό ή εκφοβιστικό. Ο κόσμος χρειάζεται ομορφιά, να ταξιδεύει έστω νοητικά. Οι βιτρίνες είναι για να φτιάχνουν τη διάθεση, όχι να τη ρίχνουν. Κάποιος που περνάει και τις βλέπει για παράδειγμα, να συνεχίζει τη μέρα του με ωραίες εικόνες στο μυαλό. Αρκετή ασχήμια υπάρχει πλέον τριγύρω. Τα ρούχα που επιλέγω προσπαθώ να είναι ταυτόχρονα εμπορικά και “σωστά” από άποψη αισθητικής για τη συγκεκριμένη βιτρίνα. Και προσπαθώ να διαλέγω τα πιο ενδιαφέροντα κομμάτια και ταυτόχρονα να καλύπτουν μεγάλη γκάμα σχεδιαστών που υπάρχουν στα καταστήματα. Κι εδώ όπως και στις φωτογραφίσεις οι επιλογές μου βασίζονται στο τι συμβαίνει γενικότερα στη μόδα. Το καλό είναι ότι οι επιλογές του Attica ανανεώνονται ταχύτατα, οπότε έχω κι εγώ τη δυνατότητα να εξελιχτώ δημιουργικά. Σαν να είμαι μέρος μιας παράστασης, αισθάνομαι πραγματικά πολύ ωραία που αρέσουν οι βιτρίνες και ακούω τόσο κολακευτικά σχόλια από διάφορο κόσμο, όχι μόνο ανθρώπους που ανήκουν στον χώρο».

Ο Στέφανος μπροστά από το φακό.

-Αν σου ζητούσα να δώσεις μια γενική συμβουλή στις Ελληνίδες, σε σχέση με το ντύσιμό τους, ποια θα ήταν αυτή;

«Θα τις συμβούλευα να ερευνήσουν τι ταιριάζει στο σωματότυπο τους και ποια χρώματα τους ταιριάζουν και έπειτα να ρισκάρουν κι ας αποτύχουν. Αυτό που λείπει από τις Ελληνίδες είναι η μοναδικότητα στο στυλ. Ένα ωραίο αξεσουάρ, ένα κόσμημα, ιδιαίτερα γυαλιά ηλίου, κάτι ιδιαίτερο, κάτι “λάθος”. Υπάρχουν άφθονοι Έλληνες και ξένοι σχεδιαστές με υπέροχα ρούχα. Και ας ψαχτούν και λίγο με τα vintage που στο εξωτερικό κάνουν θραύση, να μη ντύνονται μόνο για να αρέσουν στους άντρες. Και κάτι τελευταίο: Φτάνει με το ξανθό πλατινέ. Εάν δεν είστε στο χώρο του θεάματος που το ξανθό “γράφει” καλύτερα, το γλυκό καστανό ταιριάζει πιο πολύ στις Ελληνίδες με τα έντονα χαρακτηριστικά. Και είναι και πολύ σέξι» καταλήγει ο Στέφανος κλείνοντας την κουβέντα μας με μια λέξη που ταιριάζει γάντι με την πολυσύνθετη φύση της μόδας: σέξι.

Δουλειά του Στέφανου από το περιοδικό Mykonos Confidential.

Read Next

27 Οκτ 2021

«Επειδή αφήνω κληρονομιά στα παιδιά μου αυτή την ασθένεια, να προσέχεις»

Όταν ο Γιώργος Γεννηματάς είχε εκφράσει την ανησυχία του για την υγεία και το μέλλον των παιδιών του.

22 Οκτ 2021

O τραγικός θάνατος του Brandon Lee που σκοτώθηκε από prop gun στα γυρίσματα του The Crow

Ο 28χρονος ηθοποιός έπεσε νεκρός το 1993 κατά τη διάρκεια γυρισμάτων από όπλο που όλοι νόμιζαν ότι ήταν γεμάτο με ψεύτικες σφαίρες.

Περισσότερα από

Men

19 Οκτ 2021

Ο Κιάνου Ριβς κουβαλάει μόνος του τον εξοπλισμό του συνεργείου στα γυρίσματα της νέας του ταινίας

Ο διάσημος ηθοποιός βρίσκεται στο Παρίσι και αποδεικνύει για άλλη μία φορά ότι είναι ο πιο ωραίος τύπος σε ολόκληρο το Χόλιγουντ.

15 Σεπ 2021

«Είναι σαν τον άνεμο»: Η προβληματική σχέση του Πάτρικ Σουέζι με τη σύζυγό του, Λίσα, έκρυβε μυστικά

«Είχαν έναν άρρωστο, κακοποιητικό γάμο», θα ισχυριστεί άτομο από το στενό, φιλικό τους περιβάλλον.

02 Σεπ 2021
02 Σεπ 2021

Νεκρός σε τροχαίο ο Mad Clip: Η αγωνιστική Porsche του συγκρούστηκε με δέντρο

Σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες η σύγκρουση ήταν τόσο σφοδρή ώστε χρειάστηκαν περισσότερες από δύο ώρες για να τον απεγκλωβίσουν.

31 Αυγ 2021

«Ο Στέφανος Τσιτσιπάς είναι σπουδαίος παίκτης, αλλά έχασα τον σεβασμό μου για εκείνον»

Το ξέσπασμα του Άντι Μάρεϊ που κατηγόρησε τον Έλληνα τενίστα για «στρατηγική» κατά τη διάρκεια του αγώνα.

27 Αυγ 2021

Πέθανε ο Άκης Τσοχατζόπουλος σε ηλικία 82 ετών

Ο πρώην υπουργός και ιστορικό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ νοσηλευόταν το τελευταίο διάστημα στο νοσοκομείο.

26 Αυγ 2021

«Δεν πίστεψα ποτέ ότι δεν με αγάπησε»: Η μητέρα του Χιου Τζάκμαν τον εγκατέλειψε όταν ήταν 8 ετών

Παρόλα αυτά εκείνος τη συγχώρεσε. Σήμερα ποζάρουν αγκαλιασμένοι στο ίνσταγκραμ.

25 Αυγ 2021

Όταν ο Τσάρλι Γουάτς έριξε μπουνιά στον Μικ Τζάγκερ σε έναν από τους πιο θρυλικούς τσακωμούς του ροκ

«Που είναι ο γ@@@@ένος ντράμερ μου;» φώναξε μία νύχτα μεθυσμένος ο Τζάγκερ. Τότε ο Γουάτς του όρμηξε λέγοντας: «Εσύ είσαι ο γ@@@@ένος τραγουδιστής μου».

20 Αυγ 2021

Mία σύντομη ζωή, ένα τραγικό τέλος: Στο φως τα αρχεία του FBI για τον θάνατο του Κερτ Κομπέιν

Ο Κομπέιν πιστεύεται ότι αυτοκτόνησε στις 5 Απριλίου 1994, ωστόσο, υπάρχουν άνθρωποι που μέχρι και σήμερα θεωρούν ότι ο τραγουδιστής των Nirvana δολοφονήθηκε.