Γεννημένος στα Φιλιατρά το 1930, μπήκε στα 19 του στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, όπου μαθήτευσε δίπλα στον Γιάννη Μόραλη. Αργότερα, με υποτροφία του γαλλικού κράτους, βρέθηκε για σπουδές στο Παρίσι. Εκεί εγκαταστάθηκε μόνιμα, γνωρίζοντας ευρεία απήχηση.
Πρώτη ύλη για τα έργα τέχνης του, τα οποία απεικονίζουν αντικείμενα της καθημερινής ζωής, γίνονται οι αφίσες. Ο Παύλος τις κόβει μαζικά, σε πολύ λεπτές λωρίδες, και τις μετατρέπει σε τρισδιάστατα κολάζ, δίνοντάς τους εντελώς νέα μορφή. Με αυτόν τον τρόπο έλεγε ότι γκρέμισε «τα σύνορα που έχουν βάλει οι άνθρωποι μεταξύ ζωγραφικής και γλυπτικής», αντιλαμβανόμενος τη δουλεά του ως «ζωγραφική και γλυπτική συγχρόνως».
Το 1964 κάνει την πρώτη του ατομική έκθεση στην Galerie J στο Παρίσι, ενώ τέσσερα χρόνια μετά, το 1968 προκαλεί αίσθηση η έκθεση που κάνει στον χώρο εκεί της Ileana Sonnabend, όπου παρουσίασε κολόνες φτιαγμένες από χαρτί. Το 1972 έγινε η πρώτη του μεγάλη αναδρομική έκθεση στο Kunstverein του Ανόβερο και ακολούθησε η συνεργασία του με τον έμπορο τέχνης και συλλέκτη Αλέξανδρο Ιόλα. Μια από τις μεγαλύτερες στιγμές στην πορεία του ήταν η ελληνική συμμετοχή στην Μπιενάλε της Βενετίας 1980, για την οποία ο Παύλος έκανε μια εγκατάσταση έργων του με κορδέλα περιτυλίγματος δώρων.
Πιο πρόσφατα, τον περασμένο Ιανουάριο, είχαμε την ευκαιρία να δούμε μια συνοπτική αλλά περιεκτική παρουσίαση του έργου του Παύλου στη Roma Gallery.
Η κηδεία του θα γίνει στη γενέτειρά του, τα Φιλιατρά.
Ο Παύλος με τα δικά του λόγια
«Γκρέμισα τα σύνορα που έχουν βάλει οι άνθρωποι μεταξύ ζωγραφικής και γλυπτικής. Εμένα η δουλειά μου είναι ζωγραφική και γλυπτική συγχρόνως. Λένε βλακωδώς ότι ο Μπέικον είναι καλύτερος από τον Τζακομέτι. Όχι! Είναι ποτέ δυνατόν; Γιατί είναι καλύτερος, αφού δεν έχουν καμία σχέση; Είναι δύο προσωπικότητες που δεν έχουν κοινό σημείο. Είναι και οι δύο μεγάλοι καλλιτέχνες. Το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να εκφράσεις το γούστο σου και να πεις “εμένα μου αρέσει περισσότερο ο Μπέικον”. Τίποτε άλλο!»
«Εγώ είμαι θύμα της αισιοδοξίας μου. Είμαι από αυτούς που όταν πονάνε δεν κλαίνε, αλλά τραγουδάνε. Όταν το 1992 ετοίμαζα μια μεγάλη έκθεση για το Μαϊάμι και ήρθαν οι άνθρωποι και κουβεντιάσαμε και αποφασίσαμε μια συγκεκριμένη ημερομηνία για τα εγκαίνια, δεν υπολόγισα ότι είναι πολύ κοντά σε χρόνους. Εγώ δεν έχω ποτέ έτοιμα έργα. Ανακοινώθηκαν οι ημερομηνίες στις εφημερίδες. Και ξαφνικά διαπίστωσα ότι δεν ήταν δυνατό να προλάβει τους χρόνους αυτούς ένας άνθρωπος. Αλλά πιέστηκα, ξενύχτησα και τα κατάφερα.Και αντί να πάρω το αεροπλάνο να πάω στα εγκαίνια, πήρα τις Πρώτες Βοήθειες και προσγειώθηκα στην Εντατική. Τότε έκανα το τριπλό by-pass. Πέντε νύχτες και τέσσερις μέρες δεν κοιμήθηκα. Αλλά την έκθεση την έκανα!».
Πηγή: thetoc.gr