O Freddie F. είναι νότιος βεριτάμπλ. Μπορεί να γεννήθηκε στη Γερμανία, αλλά μεγάλωσε ανάμεσα στον αμερικανικό νότο, τον ευρωπαϊκό νότο και τον απόλυτο νότο της αττικής, την ηλιόλουστη Γλυφάδα. Οι εικόνες του άλλοτε φωτεινές, άλλοτε σκεφτικές, πάντοτε επίκαιρες. Πλεγμένες μέσα στον ιστό των γεγονότων που τρέχουν. Συνυφασμένες με τη λέξη «τώρα». Ούτε χτες, ούτε αύριο. Κοιτώντας τα κάδρα του Freddie η καρδιά σου χτυπάει δυνατά, ίσως γιατί αισθάνεσαι το μη αναστρέψιμο του δευτερόλεπτου που πέρασε. Αυτή η ολοκληρωτική σχέση του με τον χρόνο τον οδηγεί σε λήψεις που αρνούνται να παλιώσουν. Που ξεχνούν ή που αδυνατούν να αφήσουν το χρόνο να τις διαπεράσει.
Τον ρωτάω για την κεντρική ιδέα της έκθεση σου Puer Aeternus. «Η Puer Aeternus έχει να κάνει με την άρνηση της ενηλικίωσης, με κάθε κόστος, ανεξάρτητα από τις συνέπειες» μου λέει, σχεδόν αυτόματα. «Η στάση “μένουμε νέοι” δεν είναι κατ' ανάγκην μια ωδή στα νιάτα ή στη νοσταλγία. Πρόκειται για μια υπαρκτή κατάσταση, κατά την οποία κάποιος είναι ανίκανος να μεγαλώσει, κάτι που δεν είναι πάντοτε αποδεκτό, ούτε καν εύκολο. Πρόκειται για την προοπτική που έχει κανείς στα πράγματα όταν διαθέτει νεανική ψυχή, αλλά και για όλες τις δυσκολίες και τα προβλήματα που πηγάζουν από αυτό» συνεχίζει. Καταλαβαίνω περισσότερα από αυτά που μου εμπιστεύεται και ταυτίζομαι. Μεταξύ παιδηλίκων ειλικρίνια.
-Ποια ανάγκη σε ώθησε να πραγματοποιήσεις αυτή την έκθεση;
«Νιώθω τυχερός και προστατευμένος μέχρι σήμερα. Η φωτογραφία είναι ένα δεκανίκι που με έχει κρατήσει σε αυτήν την φούσκα της προστασίας. Έχω υπάρξει απρόσεκτος με τους φίλους, τα χρήματα και τη ζωή γενικά, ζώντας σαν να είμαι 17, νομίζοντας ότι είμαι ανίκητος. Μια μέρα κοίταξα στον καθρέφτη, είδα τις ρυτίδες που σχηματίζονται γύρω από τα μάτια μου, συνειδητοποίησα ότι το ξύρισμα το κεφάλι μου δεν ήταν πλέον μια δήλωση, αλλά αναγκαιότητα και είπα στον εαυτό μου "μάγκα αυτό δεν είναι καθόλου σέξι. Πρέπει να μεγαλώσεις". Όταν οι άνθρωποι στο Blank Canvas μου ζήτησαν να ετοιμάσω μια “παράσταση” σκέφτηκα ότι αυτό θα είναι το φινάλε για το συγκεκριμένο κεφάλαιο της ζωής μου. (Το Blank Canvas είναι ένας νέος χώρος τέχνης, ο οποίος άνοιξε δίπλα σε ένα κατάστημα ποδηλάτων και ένα hipster μπαρ, σε ένα μικρό δρόμο στην περιοχή του Ψυρρή. Είναι το μέρος φωνακλάδικο, ιδρωμένο και γλιστερό, όπου πηγαίνω και πίνω τα ποτά μου, κάθομαι στο πεζοδρόμιο με τους φίλους, όπως όταν ήμουν έφηβος)».
Όπως τότε που κλοτσούσαμε με θεατρικό πείσμα ό,τι βρίσκαμε στο διάβα μας, από κουτάκια μπίρας στο δρόμο μέχρι ευκαιρίες. Τίποτα δεν μοιάζει πιο αιώνιο από τη στιγμή -και στα 17σου η στιγμή είναι ιερή.
-Πως θα χαρακτήριζες την τωρινή δουλειά σου, δεδομένου ότι στο παρελθόν έκανες κυρίως fashion φωτογραφίσεις;
«Αγαπώ τη μόδα, αλλά η φωτογραφία μόδας αυτή τη στιγμή φαίνεται πολύ επαναλαμβανόμενη και μπαγιάτικη. Έχω χάσει κάθε ενδιαφέρον σε αυτήν καθώς είδα τα περισσότερα περιοδικά να κατεβάζουν τον πήχη και τους περισσότερους creative directors να αγωνίζονται μάταια να κρατήσουν το πράγμα ενδιαφέρον και ζωντανό. Έπρεπε να αποστασιοποιηθώ από αυτό το σκηνικό και να μάθω να βλέπω τα πράγματα από μια άλλη σκοπιά. Η μόδα παραδοσιακά κάνει τα πάντα να φαίνονται όμορφα και σπάνια νοιάζεται για τη σωστή λήψη μιας εικόνας. Είναι μια φρικτή παγίδα γιατί ο φωτογράφος αισθάνεται ότι τραβάει δυνατές φωτογραφίες και ότι είναι δημιουργικός, όταν στην πραγματικότητα δεν είναι παρά ένα εργαλείο προορισμένο να πουλήσει κάτι. Πάντα ήθελα να ευχαριστήσω τον πελάτη, το περιοδικό, το θεατή. Λοιπόν, ο θεατής στις περισσότερες περιπτώσεις δεν ξέρει τι στο διάολο βλέπει, εκτός από τις περιπτώσεις που μπορεί να είναι κάπως "εκπαιδευμένος". Μπορεί να δει μια σκατένια εικόνα, η οποία να είναι τίγκα στα υπερβολικά χρώματα και αυτός να νομίζει ότι αντικρίζει κάτι αξιοζήλευτο. Πλέον τραβάω φωτογραφίες που πιστεύω ότι είναι καλές και το μόνο που ζητάω από τον θεατή να έρθει στον κόσμο μου. Δεν με νοιάζει αν σε κάποιον δεν αρέσουν. Cool, προχωράμε. Η παλέτα μου για την έκθεση, Puer Aeternus, είναι πολύ πιο λεπτή από ό,τι συνήθιζα στο παρελθόν και οι εικόνες μου έχουν πολλούς μικρούς κώδικες ενσωματωμένους, οι οποίοι λένε ιστορίες πέρα και πίσω από την κάθε φωτογραφία. Φυσικά οι κώδικες ήταν πάντα εκεί. Αν κάποιος κοιτάξει πίσω στις εικόνες που έκανα για τα περιοδικά ή τις διαφημιστικές καμπάνιες, θα εντοπίσει αυτά τα μικρά μυστικάυπάρχει πάντα μικρά μυστικά και θα αντιληφθεί την ομοιότητα με το σήμερα. Επίσης, οι εικόνες της έκθεσης έχουν φορμαριστεί σε μεγάλη κλίμακα. Είναι αντι-Instagram, αντι-Facebook, ακόμη και αντι-περιοδικίστικες. Αν κάποιος τις δει σε μικρή κλίμακα δεν βγάζουν απολύτως κανένα νόημα και μάλλον παραείναι “εγκόσμιες”».
Τρελαίνομαι με τους αντι-όρους που έχει εφεύρει ο Freddie. Μια πληρωμένη απάντηση στην υποχρεωτική σοσιαλιτέ μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα. Σα να λέει «όχι κύριε, εγώ θα κάνω έργα που κανένα ντιτζιταλικό format δεν μπορεί να συλλάβει».
-Ένας φωτογράφος είναι ιστορικός;
«Όχι! Ένας φωτογράφος αποτυπώνει μια στιγμή και επιλέγει τι θέλει να δείξει, αυτό είναι αφήγηση και όχι ιστορία, με την έννοια ότι αυτή η αφήγηση μπορεί ποτέ να είναι εξ ολοκλήρου μυθοπλαστική. Καδράρει στην πραγματικότητα του φωτογράφου και περιγράφει μια επιλεγμένη και βραχεία χρονική στιγμή».
-Δώσε μου το δικό σου ορισμό για τη φωτογραφία.
«Για μένα είναι απλά ένα μέσο για την αφήγηση μιας ιστορίας, καθώς και η επιθυμία να μοιραστώ ό,τι βλέπω και αισθάνομαι ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δεν θα έδειναν ενδεχομένως καμία προσοχή σε αυτό. Είναι πολύ εγωιστικό τώρα που το σκέφτομαι, υποθέτω ότι αυτό που βλέπω είναι αρκετά σημαντικό ώστε να αναγκάσει τους άλλους να το κοιτάξουν. Χαχαχα. Είναι ματαιοδοξία, μία ψευδής αίσθηση της πραγματικότητας».
-Ποιο είναι το πιο αγαπημένο σου «θέμα»;
«Αυτές τις μέρες είναι η Ελλάδα και όλα όσα περιλμβάνει. Είμαι πολύ χαρούμενος που φωτογραφίζω την Ελλάδα αυτή τη στιγμή».
Η τελευταία ερώτηση κερδίζει και την καλύτερη απάντηση. Τον ρωτάω τι είναι αυτό που μπορεί να κάνει μια εικόνα να γίνει viral, όπως για παράδειγμα η φωτογραφία του με τον κρητικό, Στάθη Στιβακτάκη, η οποία «γκρέμισε» το ίντερνετ. «Στην περίπτωση του Κρητικού ήταν η εξαιρετική ομορφιά του ίδιου. Όταν πέρασε δίπλα μου ήξερα ότι έβλεπα έναν από τους πιο όμορφους άνδρες που είχα ποτέ δει. Για άλλες περιπτώσεις “ιογενών” εικόνων (κυριολεκτική μετάφραση του viral), δεν είμαι σίγουρος τι είναι αυτό που τις κάνει τόσο δημοφιλείς. Οι περισσότερες δε από αυτές, δεν είναι καν καλές φωτογραφίες. Είναι σαν τα τραγούδια που ακούγονται κατά κόρον και τελικά συνοδεύουν τη ζωή μας. Προτιμώ αυτά τα τραγούδια από κάποιες πιασάρικες ποπ μελωδίες» λέει ο Freddie συνδέοντας τα πάντα με τη μουσική, το άλλο μεγάλο αμόρε του, απόλυτα συμβατό κι αυτό με τα «αιωνίως νεανικά» γούστα του.
H έκθεση Puer Aeternus έχει πάρει παράταση μέχρι το τέλος της εβδομάδας