Μια ήσυχη συνοικία σπιτιών με μουντές προσόψεις αλλά πολύχρωμες καμινάδες, καθαρά σχηματισμένοι δρόμοι και μια οπτική από ψηλά που δίνει την αίσθηση της αιώρησης. Ο πίνακας του Egon Schiele με τίτλο Πόλη στο Σεληνόφως (ή Μικρή Πόλη ΙΙ, όπως ήταν ο αρχικός τίτλος της) έχει μικρή σχέση με τις ωμές, εκφραστικές φιγούρες που καθιέρωσαν το κύριο ζωγραφικό ύφος του. Σίγουρα, όμως, έχει την πιο ιδιαίτερη ιστορία από όλα τα έργα του, μια ιστορία που, όταν τον ολοκλήρωσε το 1913 δε θα μπορούσε με τίποτα να φανταστεί.
Η ίδια ιστορία, άφησε άφωνο τον Lucian Simmons, τον διευθυντή αποκατάστασης του οίκου Sotherby's, όταν με αφορμή την επικείμενη διάθεση του πίνακα σε δημοπρασία άρχισε να αναζητά τη γενεαλογία της ιδιοκτησίας του.
Μια αναφορά σε γράμματα που στάλθηκαν την περίοδο του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου, οδήγησε γρήγορα στην Elsa Koditschek, μια Εβραία χήρα που γλίτωσε το θάνατο μένοντας κρυμμένη από τους Ναζί, στον πάνω όροφο του σπιτιού της.
Διαβλέποντας την καταστροφή, η Koditschek πρόλαβε να στείλει τα παιδιά της σε ασφαλές μέρος μόλις ξέσπασε ο πόλεμος. Η ίδια παρέμεινε στο τριώροφο αρχοντικό που είχε αγοράσει ο άνδρας της στη Βιέννη. Στον επάνω όροφο, έμενε η ενοικιάστρια και φίλη της Koditschek, Sylvia Kosminski. Σύντομα, οι Ναζί κατάσχεσαν το σπίτι υποχρεώνοντας την Koditschek να μετακομίσει επάνω, μαζί με την Kosminski. Η ίδια κατάφερε να πάρει μαζί της κάποια πολύτιμα αντικείμενα, ένα εκ των οποίων ήταν και ο πίνακας του Schiele.
Στον πρώτο όροφο εγκαταστάθηκε ο αξιωματικός των SS, Herbert Gerbing με την οικογένειά του. Όπως περιγράφει η ίδια στα γράμματα που έστελνε στα παιδιά της, ο ίδιος ήταν σχετικά ευγενικός, ζητώντας της μόνο μερικές πληροφορίες για το σπίτι. Ωστόσο, περίπου ένα χρόνο αργότερα, η ίδια έλαβε το διάταγμα απέλασης- σε λίγες μέρες έπρεπε να εμφανιστεί στο προαύλιο ενός σχολείου, από όπου θα τη μετέφεραν μαζί με άλλους σε πολωνικό στρατόπεδο συγκέντρωσης.
Παρ΄όλο που η φρικτή τύχη των Εβραίων που έφευγαν για τα στρατόπεδα δεν είχε γίνει ακόμα γνωστή, κάποιος πρέπει να ειδοποίησε την Koditschek για τη μοίρα που την περίμενε. Έτσι, αντί να εμφανιστεί στο σχολείο, το έσκασε και πέρασε τα επόμενα χρόνια κρυμμένη στα σπίτια φιλικών οικογενειών στην Αυστρία.
Η τελευταία οικογένεια που τη φιλοξένησε, ήταν η οικογένεια Heinz- η ίδια περνούσε ώρες κρυμμένη πίσω από ένα ντουλάπι, κάνοντας εξάσκηση στα αγγλικά της και παίζοντας σκάκι με τον εαυτό της. Ωστόσο, όταν μια μέρα ένα μέλος της οικογένειας Heinz επέστρεψε στο σπίτι με μια ομάδα ύποπτων ανδρών που άρχισαν να ψάχνουν το χώρο, η ίδια κατάφερε ως δια μαγείας να αποδράσει από μια μισάνοιχτη πόρτα.
"Πρέπει να φορούσα κάτι σαν αόρατο μανδύα, γιατί οι άνδρες απλώς δεν με είδαν", γράφει στα γράμματά της. Το ίδιο βράδυ, η Koditschek συναντήθηκε κρυφά με την Kosminski, η οποία την έφερε κρυφά, πίσω στον πάνω όροφο του σπιτιού της. Η Koditschek έμεινε εκεί ως το τέλος του πολέμου, κρυμμένη στο ίδιο της το σπίτι, παρατηρώντας τη ζωή της οικογένειας των Γερμανών που έμεναν ακόμα στον κάτω όροφο.
Παρ΄όλο που δε γίνεται σαφές από την αλληλογραφία, πώς και πότε πωλήθηκε ο πίνακας, αυτό φαίνεται να συνέβη σε μια περίοδο που η Kosminski χρειαζόταν χρήματα για προμήθειες των δύο γυναικών, χωρίς να θέλει να κινήσει υποψίες. Πάντως, εκείνο που προκάλεσε την εντύπωση των ερευνητών ήταν η λεπτομερής καταγραφή των γεγονότων από την Koditschek στα γράμματα προς τα παιδιά της- μια αληθινή ιστορική πηγή.
Στο τέλος του πολέμου, η Koditschek διέφυγε στη Βέρνη, όπου πέθανε το 1961. Ο πίνακας ακολούθησε τη δική του πορεία, αλλάζοντας έκτοτε αρκετούς ιδιοκτήτες, αλλά ήταν η οικογένειά της Koditschek που βοήθησε να έρθει η ιστορία στην επιφάνεια, διαθέτοντας τα γράμματά της προς έρευνα.
Ο πίνακας του Schiele, ανέγγιχτος από τα γεγονότα, θα τεθεί προς πώληση τους επόμενους μήνες.
H ιστoρία της Elsa Koditschek δημοσιεύτηκε από τον Colin Moynihan σε ένα εκτενές ρεπορτάζ στους New York Times, με τίτλο The Nazi Downstairs.