Σχεδόν μία στις πέντε γυναίκες στη Βρετανία έχει πέσει θύμα παρακολούθησης – και περισσότερες από μία στις τρεις θύμα διαδικτυακής παρενόχλησης. Μάλιστα, ο συνδυασμός αυτών, δηλαδή η διαδικτυακή παρακολούθηση, αποτελεί πιο σοβαρό πρόβλημα από ποτέ άλλοτε στο παρελθόν.
Μια 21χρονη κοπέλα που βίωσε μια αντίστοιχη κατάσταση μέσα στα τελευταία δύο χρόνια, αφηγήθηκε την ιστορία της:
«Άρχισα να συνομιλώ στο chat με έναν άνδρα που γνώρισα μέσω μιας εφαρμογής διαδικτυακών παιχνιδιών. Ανταλλάξαμε τηλεφωνικούς αριθμούς, καθώς και τις σελίδες μας στο Facebook και το Instagram. Τότε, είχα μόλις βγει από μια βασανιστική σχέση και εκείνος μου έλεγε ό,τι ήθελα να ακούσω.
Μου μιλούσε για το πόσο προστατευτικός ήταν απέναντι στις κοπέλες, καθώς και για όλα όσα είχαμε κοινά. Έμοιαζε σαν τον τέλειο σύντροφο και εντελώς φυσιολογικός μέσα από τα προφίλ του στα social media. Δεν ήταν ιδιαίτερα όμορφος, αλλά η προσωπικότητά του φαινόταν καταπληκτική.
Μου έστελνε μηνύματα και μου τηλεφωνούσε συνεχώς. Όμως, δεν με έκανε να νιώθω άβολα ή παράξενα. Μου έδινε απλώς την εντύπωση ότι προσπαθούσε να γνωριστούμε. Δεν είχαμε συναντηθεί ακόμα γιατί ζούσαμε μακριά ο ένας από τον άλλον, αλλά κάναμε σχέδια για μια συνάντηση από κοντά.
Ώσπου, μια μέρα, μου είπε ότι είχε παρατηρήσει πως είχα προσθέσει έναν καινούριο φίλο στο Facebook. Μου ζήτησε επίπονα να μάθει ποιος είναι. Απάντησα ότι ήταν κάποιος που δεν γνώριζα. Και τότε, άρχισε να θυμώνει και να μου λέει ότι ήθελε να μάθει τα πάντα για αυτόν, να τον βρει και να τον σκοτώσει. Παράλληλα, με ρωτούσε έξαλλος αν είχα σκοπό να τον απατήσω μαζί του.
Άρχισε να χτυπά μέσα μου το καμπανάκι του κινδύνου. Όταν μου ξαναζήτησε να συναντηθούμε, άρχισα να βρίσκω δικαιολογίες, να τον αποφεύγω και να απαντώ αόριστα στα μηνύματά του. Πολύ σύντομα, ξεκίνησε να με απειλεί. Με φρίκαρε και του ζήτησα να σταματήσει. Όχι μόνο δεν το έκανε, αλλά μου έστειλε και μια φωτογραφία με την εξωτερική όψη του σπιτιού μου. Το είχε βρει.
Τρομοκρατήθηκα. Προσπάθησα να τον ξεκόψω εντελώς, αλλά τότε ήταν που με απειλούσε περισσότερο. Και, τελικά, συνειδητοποίησα ότι ήταν αποτελεσματικότερο να του απαντώ με πολιτισμένα μηνύματα, ώστε να μην εξαγριώνεται περισσότερο.
Αυτό συνεχίστηκε για μήνες. Άρχισε να βρίσκει τις διευθύνσεις των φίλων μου, όπως και τη διεύθυνση της δουλειάς μου. Μου έστελνε συνέχεια μηνύματα στο κινητό και το Facebook. Έβρισκα τον μπελά μου στη δουλειά γιατί δεν μπορούσα να αφήσω το τηλέφωνο κάτω. Αλλά, αν δεν απαντούσα, με απειλούσε περισσότερο. Επαναλάμβανε ότι θα με σκότωνε και ότι είχε σκοτώσει και άλλους στο παρελθόν. Άλλαξα διάφορες δουλειές, ώστε να μην μπορεί να με βρει.
Αυτό που συνέβαινε ήταν πάρα πολύ τρομακτικό, αλλά δεν το είχα πει στους φίλους και την οικογένειά μου γιατί με είχε προειδοποιήσει να μην το κάνω. Κι έτσι, ήθελα να τους προστατέψω. Όμως, μια μέρα που του είπα για ακόμα μία φορά ότι δεν ήθελα να ξαναμιλήσουμε, μου έστειλε μια φωτογραφία του που είχε βγάλει έξω από το σπίτι της μητέρας μου. Το είχε βρει και αυτό. Με απειλούσε ότι θα σκότωνε όλη την οικογένειά μου και θα μας έθαβε. Ότι είχε ξεκινήσει ήδη να σκάβει έναν λάκο, στέλνοντάς μου μια φωτογραφία από ένα φτυάρι.
Και, τότε, πήγα στην αστυνομία. Οι αστυνομικοί ήταν δίπλα μου από την αρχή. Όπως διαπιστώθηκε, έψαχναν τον συγκεκριμένο άνδρα από καιρό, καθώς είχε διαπράξει και άλλα αδικήματα στο παρελθόν. Την επόμενη μέρα, τον συνέλαβαν και τον φυλάκισαν. Θα μείνει στη φυλακή για αρκετά χρόνια. Είναι ανακουφιστικό να ξέρω ότι βρίσκεται πίσω από τα σίδερα, αλλά, παράλληλα, δεν μπορώ να σταματήσω να σκέφτομαι τι θα συμβεί όταν βγει.
Οι περισσότεροι πιστεύουν ότι η παρακολούθηση είναι κάποιος που κάθεται έξω από το παράθυρο του υπνοδωματίου σου στα σκοτεινά. Αλλά τώρα κανείς δεν το κάνει αυτό. Στην πραγματικότητα, τους δίνουμε όλες τις πληροφορίες που χρειάζονται μέσω των social media και δεν υπάρχει λόγος να καταβάλλουν φυσική προσπάθεια για να μας παρενοχλήσουν.
Αυτός είναι και ο λόγος που αφηγούμαι την ιστορία μου. Για να μάθουν και άλλοι άνθρωποι από αυτήν. Η διαδικτυακή παρακολούθηση μπορεί να οδηγήσει στην παρακολούθηση από κοντά. Και τα πράγματα θα γίνονται όλο και χειρότερα».