Υπάρχουν αμέτρητα πράγματα για το οποία αγχώνεται μία νέα μαμά. Για το πώς πρέπει να κρατήσει το παιδί, για το ποιος είναι ο κατάλληλος τρόπος να το κάνει μπάνιο, για το τι μπορεί να σημαίνει η 38η φορά που έκλαψε σήμερα το απόγευμα ή για το πώς άραγε πρέπει να το σηκώσει από την κούνια, μέσα στη νύχτα χωρίς να το σπάσει.
Από την άλλη, υπάρχουν και μερικά ακόμα ζητήματα τα οποία ο νους αγγίζει τελευταία και καταϊδρωμένα. Συνήθως μάλιστα, δεν τα αγγίζει καν πριν να είναι πολύ – μα πάρα πολύ – αργά.
Μέχρι τη στιγμή που ανακαλύπτεις πως είσαι έγκυος, μέχρι το λεπτό που θα πάρεις στα συγκινημένα χέρια σου το πρώτο υπερηχογράφημα και θα κάνεις την πρώτη, τρομαγμένη βόλτα σου σε κάποιο κατάστημα βρεφικών ειδών, πιστεύεις πως οι μαμάδες μας έβαζαν πάνω από τα παιδικά κρεβατάκια μας κουνουπιέρες ως αναφορά στα παραμύθια του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν και ότι το συγκεκριμένο αξεσουάρ δεν είχε καμία παραπάνω χρησιμότητα από το να μας υπενθυμίζει πως κάποια μέρα θα γίνουμε πριγκίπισσες – ή και όχι.
Κάπως έτσι, μέσα σε ένα πολύβουο μαγαζί γεμάτο με παιδικά αξεσουάρ, λούτρινα ζωάκια, σετ με πολύχρωμα πετσετάκια τα οποία είχαν κεντημένες πάνω φιγούρες που με κοιτούσαν στα μάτια με βλέμμα αχανές, ανάμεσα σε σεντονάκια κουδουνίστρες και καρότσια, μία χαμογελαστή πωλήτρια με ενημέρωσε πως η κουνουπιέρα είναι το απαραίτητο αξεσουάρ για κάθε παιδικό δωμάτιο. «Ειδικά αν το μωρό γεννηθεί καλοκαίρι,» πρόσθεσε μέσα από το έντονο κόκκινο κραγιόν της.
Δηλαδή αν πάρεις την κουνουπιέρα καθάρισες, αυτό που είπε με άλλα λόγια, κι εγώ έμεινα ήσυχη να την ισιώνω και να βεβαιώνομαι πως είναι καλή κλειστή πάνω από το κεφαλάκι της μικρής μου που μόλις είχε έρθει στη ζωή. Κι όλα πραγματικά λειτουργούσαν τέλεια μέσα από το λευκό της πέπλο μέχρι που ένα πρωί, πριν καλά – καλά να ξημερώσει, η μικρή ξέσπασε σε γοερά κλάματα και αμέσως μόλις έσκυψα στην κούνια για να την αγκαλιάσω τα είδα: μικρές, ανυπολόγιστες σειρές από κόκκινα στίγματα πάνω στο πρόσωπό της.
Αφού ξεπέρασα το αρχικό σοκ που είχε να κάνει με όποια παιδικά ασθένεια μπορεί να βρει κανείς στο google, σκέφτηκα πιο ψύχραιμα και πιο καθαρά. Σίγουρα βοήθησε και ο ήχος του κουνουπιού που άκουσα να έρχεται από τα βάθη της πριγκιπικής της κουνουπιέρας.
Η σχέση που απέκτησα εκείνο το πρωινό με τα κουνούπια θα μπορούσε μόνο να περιγραφεί με την σχέση του γάτου Tom με το ποντικάκι Jerry. Εγώ τα κυνηγούσα σαν τρελή σε όλο το σπίτι και εκείνα όλο, ως διά μαγείας, μου ξέφευγαν. Η μικρή ακόμα έκλαιγε, άλλα όταν κάποια στιγμή τα καταστήματα άνοιξαν και αφού επισκέφθηκα πρώτα το φαρμακείο της γειτονιάς, έτρεξα στο πιο κοντινό σούπερ μάρκετ – η μικρή άρπαζε συνέχεια σοκολάτες με τα χεράκια της.
Γραμμή στο ράφι με τα αντικουνουπικά, ούτε κι εγώ δεν ξέρω πόσα Raid έβαλα εκείνη την ημέρα στο καλάθι μου: την συσκευή Raid Liquid για αρχή, τέσσερα ανταλλακτικά, ταμπλέτες (για να βρίσκονται) και το σπρέι Raid Flying για να είμαστε τελείως σίγουροι πως θα αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα.
Φτάνοντας στο σπίτι κράτησα την μικρή στο σαλόνι και ψέκασα με το Raid Flying το δωμάτιό της, και έβαλα την ηλεκτρική συσκευή στην πρίζα του διαδρόμου.
Τα σημάδια στο πρόσωπό της ήταν ακόμα εκεί αλλά το τσούξιμο είχε εμφανέστατα υποχωρήσει. Τα επόμενα βράδια τίποτα δεν τρύπωσε στην κουνουπιέρα για να χαλάσει τον ύπνο της. Για την ακρίβεια νομίζω ότι δεν τράβηξα καν τα φύλλα τις κουνουπιέρας.
Είναι απίστευτο πόσα πολλά έχει να μάθει μία φρέσκια στο επάγγελμα μαμά μέχρι να εγκαταλείψει μία για πάντα τον δρόμο του άγχους, των τύψεων και της αμφιβολίας για το τι είναι σωστό και τι λάθος.