Το Σάββατο 6 Απριλίου, από τις 11 το πρωί μέχρι τις 6 το απόγευμα ανοίγει ξανά για την καλοκαιρινή σεζόν. Τραπεζάκια, τέντες και πάγκοι κουζίνας ξεσκονίζονται και επανατοποθετούνται κατά μήκος του ποταμού. Στο Google Map θα το βρει κανείς στην ψηφιακή πινέζα που γράφει East River State Park. Τα μαχαίρια ακονίζονται και οι αιτήσεις για νέους μάγειρες γίνονται δεκτές. Το Smorgasburg, το Woodstock της γεύσης σύμφωνα με τον ρεστοκριτικό της εφημερίδας New York Times, ξεκίνησε την τερψιλαρύγγιο δράση του πριν από 9 περίπου χρόνια στην περιοχή Williamsburg του Μπρούκλιν, την περιοχή των πάλαι ποτέ χίπστερ και της επίκαιρης εκζήτησης. Όλο το Μανχάταν -ή σχεδόν όλο-, έχει μεταφερθεί στην περιοχή με τα κοκκινότουβλα σπίτια του 19ου αιώνα, τα οποία έχουν προφανώς καλύτερα ενοίκια και μεγαλύτερη άνεση, άσε που έχει και την καλύτερη θέα στην κορυφογραμμή των ουρανοξυστών αφού είναι ακριβώς απέναντι.
Ο Eric Demby και ο Jonathan Bulter, οι ιδρυτές του Smorgasburg ήξεραν το μέρος και τις δυνατότητές του σε σχέση με το φαγητό καλά. Βρίσκονταν ήδη εκεί από το 2008 με το Brooklyn Flea, την δική τους λαϊκή αγορά με ό,τι μπορεί να φανταστεί ο νους: έπιπλα αντίκες, vintage ρούχα, κοσμήματα, φαγητό του δρόμου. Έχοντας στα χέρια τους τις καλές πρώτες ύλες και μάλιστα σε τιμές φιλικές προς τον χρήστη, θέλησαν να μεγαλώσουν την ιδέα του street food και να δώσουν ένα οριστικό χτύπημα στο junk και στην ταμπελοποίηση των μπέργκερ. Κυρίως όμως θέλησαν να νικήσουν την «δε ξέρω ακριβώς τι τρώω» φιλοσοφία των αλυσίδων φαγητού. Δεν έχουμε δει και λίγα ακέφαλα κοτόπουλα να περπατάνε στο Κογιανισκάτσι και στα λοιπά τρομοκρατικά ντοκιμαντέρ, με σκοπό να γίνουν chicken nuggets. Έτσι σκέφτηκαν ένα σαββατιάτικο, γιγάντιο φεστιβάλ γεύσης, στο οποίο να συμμετέχουν 100 και πάνω μάγειρες, να προσφέρει διαφάνεια στην παρασκευή –όλα κόβονται, καθαρίζονται και μαγειρεύονται παρουσία του πελάτη-, και υψηλή ποιότητα στις χαμηλές τιμές του φαγητού του δρόμου.
«Η βασική αρχή μας» λέει ο Eric Demby «είναι να δημιουργήσουμε τις συνθήκες εκείνες, ώστε ο πελάτης μας να μπορεί να γευτεί ένα φρέσκο, φτηνό αλλά και δημιουργικό πιάτο σε μία από τις πιο όμορφες γειτονιές του κόσμου». Η συγκεκριμένη γειτονιά εκτός από όμορφη είναι οικεία σε όλους, ακόμα και σε αυτούς που δεν την έχουν επισκεφτεί –την έχουν δει τόσες φορές στις ταινίες του Χόλιγουντ που αρκεί. «Επίσης, προσπαθούμε να φτιάξουμε μια υψηλής ποιότητας αγορά μεταξύ των παραγωγών και των νέων μαγείρων, η οποία να στηρίζεται στο φωτεινό νου και όχι στο κέρδος» συνεχίζει ο Eric και πολύ μου αρέσει που προτιμά την αιώνια λιακάδα ενός φωτεινού μυαλού από τα ντόλαρς.
Η «βροχή του ήλιου» και η αιρετική της προσέγγιση στο μαζικό φαγητό, πιστεύει «στην ομαδική δουλειά και στον φιλικό ανταγωνισμό που θα μπορέσει να κάνει ξακουστή την κουζίνα του Μπρούκλιν και της Νέας Υόρκης, μια fusion, πολυεθνική κουζίνα ενάντια στις πολυεθνικές» συμπληρώνει ο Eric. «Ποντάρουμε πολύ στην διασκέδαση, στις ευχάριστες στιγμές του ελεύθερου χρόνου, στην βόλτα» συνεχίζει και θυμάται τον σεφ και τηλεοπτικό σταρ της αμερικανικής τηλεόρασης Mario Batali, ο οποίος έκανε ντου στο Smorgasburg με το συνεργείο και τις κάμερες της εκπομπής του, Τhe Chew, ζουμάροντας στα καρότα και στο παστράμι και ρωτώντας τον κόσμο αν του αρέσει αυτό που τρώει. «Πολύ γέλιο» συμπληρώνει.
Οι φιλόσοφοι του μασουλήματος, οι μπρούκληδες δειπνοσοφιστές, ο Eric και ο Jonathan είναι οπαδοί της αρχής «είμαστε ό,τι τρώμε», μιας αρχής στην οποία ούτως ή άλλως στηρίζεται η μοντέρνα, αταξική κουζίνα.
Και το Woodstock που κολλάει; Στην πανσπερμία της γεύσης; Στο αλέγκρο της διάθεση; «Αν σκεφτεί κανείς ότι βρισκόμαστε στο σήμερα και όχι στο 1969, ότι το φιλέτο κοτόπουλου και οι τηγανητές αντζούγιες είναι τα σύγχρονα ναρκωτικά του στομαχιού, ότι οι χίπις έχουν αντικατασταθεί από τους χίπστερ και οι λουλουδάτες καμπάνες από στενά τζιν, τότε ναι, μπορούμε να πούμε ότι το Smorgasburg είναι το νέο Woodstock» καταλήγει ο Eric και αναρωτιέμαι αν ζούσε η Τζάνις Τζόπλιν και επισκεπτόταν το Smorgasburg θα έτρωγε κρέας ή θα ήταν χορτοφάγος;
Δείτε ένα βίντεο από το Smorgasburg του 2018: