1. Τα wedges. Άχαροι κόθορνοι με ενιαίο τακούνι από σκοινί. Καλύτερα να κρεμαστώ με αυτό το σκοινί παρά να το κυκλοφορήσω. Η καλαισθησία κλαίει με μαύρο δάκρυ δε, κάθε φορά που o σκοινένιος κόθορνος συνδυάζεται με τζιν παντελόνι καμπάνα. Αλήθεια, ποιος στιλίστας της συμφοράς σκαρφίστηκε αυτό το δίδυμο και καθιερώθηκε στον κύκλο των χαμένων ποιητριών του στυλ;
2. Τα παντελόνι καμπάνες. Είτε φοριούνται με wedges είτε όχι, το αρνητικό μόριο που έπεται ή προηγείται του παντελονάτου κώδωνα είναι το «δεν». Δεν είναι κομψό, δεν είναι σύγχρονο, δεν είναι σικάτο, δεν θα το φορέσω. Άλλωστε, όπως είπε και ο Χέμινγουεϊ όταν ακούς την καμπάνα να χυπάει, χτυπάει πάντα για σένα.
Ναι, αλλά και τα καλύμματα καναπέδων σε βολάν τελειώνουν.
3. Τα γυαλιά-καθρέφτες. Φτάνει πια. Έως εδώ. Δεν αντέχω να με βλέπω -και μάλιστα διπλή-, μέσα από γυαλιά του συνομιλητή μου. Αυτά τα γυαλιά κολακεύουν το ναρκισσισμό του απέναντι κι όχι αυτού που τα φοράει. Αυτός που τα φοράει ταμπουρώνεται πίσω από το κάτοπτρο, ούτε μάτια φαίνονται, ούτε κοφτερά βλέμματα, ούτε παιχνιδιάρικα σκέρτσα, τίποτα. Αυτός που φοράει καθρέφτες έχει στείλει την ανθρώπινη επικοινωνία στη Σιβηρία. Όσο για την καλαισθησία, αυτή έχει φτάσει στο Ιρκούτσκ.
4. Τα βολάν. Πολλά βολάν, φέτος. Περισσότερα κι από στολές των στολών σπανιόλας στις απόκριες. Όμως, εάν το καλοσκεφτούμε, τι είναι το βολάν; Δεν είναι μια ακατάσχετη φλυαρία του ρούχου; Μια έξτρα φιοριτούρα, χωρίς νόημα και ουσιαστική χρήση; Γιατί μας αρέσει το βολάν γιατρέ μου; Είναι κοριστίστικο σου λέει. Ναι, αλλά και τα καλύμματα καναπέδων σε βολάν τελειώνουν. Ένα βολάν να, για την ακρίβεια.
5. Τους φιόγκους. Ισχύει ό,τι και για τα βολάν. Πολύ φιόγκος, φέτος. Στα φορέματα, στα πέδιλα, στις παντόφλες. Κυρίως σε αυτές. Λες και όλες οι πριγκίπισσες της πόλης ξορκίζουν τον μαρασμό της εποχής με ένα σατέν φιόγκο. Σημειολογικά η παντόφλα με φιόγκο είναι το item που ορίζει το πνεύμα των καιρών: παντόφλα ίσον ξεπεσμός, φιογκούμπα ίσον μεγαλοπιασήματα. Μίνι κόλαση.
6. Το ασπρόμαυρο καρό, γνωστό και ως gingham. Εφέ τραπεζομάντιλου σε παραθαλάσσια ταβέρνα. Ίσως να ταιριάζει σε ηλικίες που μπορούν να μετρηθούν στα δάχτυλα του ενός χεριού, αλλά μέχρι εκεί. Μέχρι τα πέντε. Μετά, το συγκεκριμένο καρό ξαναπερνάει στην αρχική του χρήση: αποδέκτης λαδιών της χωριάτικης.
7. Τα τζιν που τα μπατζάκια τους τελειώνουν σε κρόσσια. Γιατί το κρόσσι έχει μπει στο fashion οικόπεδο και δεν έμεινε κι αυτό, όπως και το gingham παραπάνω, στα είδη προικός, κανείς δεν κατάλαβε. Γιατί να θεωρείται ωραίο ένα τελείωμα μπατζακίου που θυμίζει ναυαγό σε ερημονήσι; Μόνο πάνω στον Βαγγέλη Σειλινό έδειχνε ωραίο, στις ελληνικές ταινίες. Εδώ κολλάει η έκφραση «κρόσσια σου λέω τα νεύρα μου, κρόσσια».